lumpen$543718$ - translation to γερμανικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

lumpen$543718$ - translation to γερμανικά

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Lumpen (disambiguation)

lumpen      
n. Seehase, grünlicher Fisch

Ορισμός

lumpen
1.
A lumpen object is large, heavy, and lumpy. (mainly BRIT LITERARY)
She was kneading a lumpen mass of dough...
Lumpen shapes began to appear out of the shadows.
ADJ: usu ADJ n
2.
If you describe people as lumpen, you think they are dull and clumsy. (mainly BRIT LITERARY)
The people seemed lumpen and boring.
ADJ: usu ADJ n [disapproval]

Βικιπαίδεια

Lumpen

Lumpen can refer to:

  • Lumpen (magazine), an American art and politics magazine
  • Lumpen journal, A Journal of Poor and Working Class writing
  • Lumpenproletariat, a term in Marxist sociology
  • Lumpenbourgeoisie
  • Swedish slang for military service, adopted by armed forces as a near-formal word
  • LUMPENS, a South Korean visual art studio.